Ήμουν 15 χρονών τότε. Στα μαγειρεία του Τούρλου* δούλευα. Εμάς που δουλεύαμε εκεί μάς έδιναν φαγητό, αλλά μόνο για εμάς. Όχι για τα σπίτια μας. Μια φορά, είπαν ότι έλλειπε αλεύρι. Δεν ξέρω αν έλλειπε στ’ αλήθεια. Μπορεί ναι, μπορεί όχι… Εμένα κατηγόρησαν. Το βλέπεις αυτό το πράγμα που έχει πεταχτεί στο λαιμό μου; Από τότε είναι. Από μπότα γερμανική… Με έριξε κάτω και με χτύπησε με δύναμη στο λαιμό.
[…]
Τα βράδια, οι Γερμανοί έβγαιναν για περιπολίες στα χωριά. Πολλές ήταν οι φορές που τριγυρνούσαν μεθυσμένοι και έψαχναν από γειτονιά σε γειτονιά γυναίκες για συντροφιά. Ακούγαμε τις μπότες τους να χτυπούν στο χώμα και κρύβαμε τα κορίτσια. Έμπαιναν στα σπίτια για να βρουν ανύπαντρες γυναίκες και κορίτσια και εκείνες έτρεχαν να κρυφτούν στα διπλανά σπίτια. Και όταν πήγαιναν οι Γερμανοί στα διπλανά σπίτια, τα κορίτσια πάλι έτρεχαν να κρυφτούν σε άλλα διπλανά σπίτια. Ήμασταν συνεννοημένοι όλοι και δεν αφήναμε τις γυναίκες να πέσουν στα χέρια τους. Ένα βράδυ απ’ αυτά που ήταν μεθυσμένοι, ήταν αρκετά επιθετικοί. Την επόμενη μέρα το πρωί, ένα παιδί από εμάς, κι αυτός γύρω στα 15, το είπε στο διοικητή του Τούρλου. Εκείνος τιμώρησε αυτούς που είχαν περιπολία το προηγούμενο βράδυ στέλνοντάς τους στο ρωσικό μέτωπο. Μας φέρθηκε καλά εκείνη τη μέρα.
[…]
Όταν έφυγαν οι Γερμανοί από τον Τούρλο (εννοεί όταν ηττήθηκαν και έφυγαν γενικότερα από την Ελλάδα), άφησαν πίσω τους πολλά χρήσιμα πράγματα και τρόφιμα. Η περιοχή ήταν γεμάτη νάρκες όμως. Νάρκες απ’ αυτές που τοποθέτησαν επίτηδες οι Γερμανοί για να σκοτώσουν κι άλλους Έλληνες, αυτούς που θα πήγαιναν να πάρουν ό,τι είχαν αφήσει πίσω τους. Τρία αδέλφια πήγαν στο στρατόπεδο, αν και γνώριζαν ότι υπήρχαν νάρκες. Η πείνα, όμως, δεν τους άφησε πολλά περιθώρια. Ο πρώτος και ο δεύτερος κατάφεραν να περάσουν αυτό το ναρκοπέδιο των Γερμανών. Ο τρίτος δεν τα κατάφερε. Μια νάρκη τού έκοψε τα πόδια. Οι αρχές ανάγκασαν τα δύο αδέλφια του να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Επέστρεψαν και άκουγαν τις κραυγές του αδερφού τους, χωρίς να μπορούν να κάνουν κάτι**. Τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας, ο αδερφός τους σταμάτησε ν’ ακούγεται. Μετά από μια βδομάδα, αφού είχε καθαριστεί η περιοχή από τις νάρκες, τους άφησαν να πάρουν το πτώμα. Το αίμα του αδερφού τους είχε φθάσει μέχρι τη θάλασσα.
*Παραθαλάσσια περιοχή στη ΒΑ Αίγινα με προϋπάρχουσα στρατιωτική βάση
**Το σπίτι της οικογένειας ήταν στη Βαγία (παραθαλάσσια περιοχή κοντά στον Τούρλο)
Γεώργιος Ροδάκης (απεβίωσε στις 24/12/2005) – καταγραφή από Μάιπα Γ. Σ.
Δώστε ψηφιακή μορφή, δημοσιεύστε και διασώστε τις μαρτυρίες των προγόνων σας. Εφόσον το επιθυμείτε, μπορείτε να μας αποστείλετε μαρτυρίες από την κατοχή, συνοδευόμενες από το όνομα του ατόμου που έδωσε τη μαρτυρία. Με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν ήδη δημοσιευθεί αλλού, θα είναι τιμή μας να τις συμπεριλάβουμε σε επόμενο άρθρο. Στην περίπτωση που το άτομο που σας έδωσε τη μαρτυρία δεν ζει πια και δεν έχετε καταγράψει το υλικό (όπως στο παρόν άρθρο, κομμάτι του οποίου είχε χρησιμοποιηθεί σε σχολική εφημερίδα όσο ήταν εν ζωή ο κ. Ροδάκης Γεώργιος), μπορείτε να μεταφέρετε με δικά σας λόγια τα περιστατικά που σας έχουν διηγηθεί.